Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
accoucheuse [akuʃøz] ΟΥΣ θηλ
- accoucheuse
-
accoucheur [akuʃœʀ] ΟΥΣ αρσ
στο λεξικό PONS
accoucheur (-euse) [akuʃœʀ, -øz] ΟΥΣ αρσ, θηλ
- accoucheur (-euse)
-
accoucheur (-euse) [akuʃœʀ, -øz] ΟΥΣ αρσ, θηλ
- accoucheur (-euse)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.