στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. preconceived [βρετ priːkənˈsiːvd, αμερικ ˌprikənˈsivd] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
preconceived → preconceive
II. preconceived [βρετ priːkənˈsiːvd, αμερικ ˌprikənˈsivd] ΕΠΊΘ
- preconceived
-
preconceive [ˌpriːkənˈsiːv] ΡΉΜΑ μεταβ
preconceive [ˌpriːkənˈsiːv] ΡΉΜΑ μεταβ
-
- preconceived
στο λεξικό PONS
preconceived [ˌpri:·kən·ˈsi:vd] ΕΠΊΘ
- preconceived
- preconcetto, -a
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.