στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. gallant [αμερικ ˈɡælənt] ΕΠΊΘ
II. gallant [αμερικ ˈɡælənt] ΟΥΣ [βρετ ˈɡal(ə)nt, ɡəˈlant, αμερικ ɡəˈlænt, ɡəˈlɑnt] αρχαϊκ, χιουμ
- gallant
- galante αρσ
III. gallant [αμερικ ˈɡælənt] ΡΉΜΑ μεταβ [βρετ ɡəˈlant, ˈɡal(ə)nt, αμερικ ɡəˈlænt, ɡəˈlɑnt]
gallant woman:
- gallant
-
στο λεξικό PONS
| I | gallant |
|---|---|
| you | gallant |
| he/she/it | gallants |
| we | gallant |
| you | gallant |
| they | gallant |
| I | gallanted |
|---|---|
| you | gallanted |
| he/she/it | gallanted |
| we | gallanted |
| you | gallanted |
| they | gallanted |
| I | have | gallanted |
|---|---|---|
| you | have | gallanted |
| he/she/it | has | gallanted |
| we | have | gallanted |
| you | have | gallanted |
| they | have | gallanted |
| I | had | gallanted |
|---|---|---|
| you | had | gallanted |
| he/she/it | had | gallanted |
| we | had | gallanted |
| you | had | gallanted |
| they | had | gallanted |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.