στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
differently abled [αμερικ ˈdɪf(ə)rəntli ˈˌeɪbld, ˈdɪfərntli ˈˌeɪbld] ΕΠΊΘ ευφημ
differently [βρετ ˈdɪf(ə)r(ə)ntli, αμερικ ˈdɪf(ə)rəntli] ΕΠΊΡΡ
1. differently (in another way):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.