στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
broody [βρετ ˈbruːdi, αμερικ ˈbrudi] ΕΠΊΘ
1. broody (depressed):
- broody
-
- broody
-
στο λεξικό PONS
broody <-ier, -iest> [ˈbru:·di] ΕΠΊΘ
2. broody (gloomy):
- broody
- malinconico, -a
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.