Oxford Spanish Dictionary
gorgeous [αμερικ ˈɡɔrdʒəs, βρετ ˈɡɔːdʒəs] ΕΠΊΘ
1. gorgeous (lovely) οικ:
2. gorgeous (delightful) οικ:
- gorgeous day/weather/trip
-
- gorgeous day/weather/trip
-
- gorgeous day/weather/trip
-
3. gorgeous (splendid):
- gorgeous color/fabric/sunset
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.