στο λεξικό PONS
own·er-ˈoc·cu·pied ΕΠΊΘ αμετάβλ
ei·gen·ge·nutzt ΕΠΊΘ ΝΟΜ
Ei·gen·heim·zu·la·ge <-, -n> ΟΥΣ θηλ
Ei·gen·tums·woh·nung <-, -en> ΟΥΣ θηλ ΝΟΜ
-
- αμερικ also condominium
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
owner-occupied ΕΠΊΘ ΑΚΊΝ
owner-occupied home bonus ΟΥΣ ΚΡΆΤΟς
eigengenutzt ΕΠΊΘ ΑΚΊΝ
Eigenheimzulage ΟΥΣ θηλ ΚΡΆΤΟς
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.