στο λεξικό PONS
con·'tai·ner de·pot ΟΥΣ
con·tain·er [kənˈteɪnəʳ, αμερικ -ɚ] ΟΥΣ
1. container (small):
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
depot βρετ ΥΠΟΔΟΜΉ, public transport
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.