col·legi·ate [kəˈli:ʤiət, αμερικ -ʤɪt] ΕΠΊΘ
- collegiate
-
- collegiate
-
- collegiate theatre
-
- collegiate sports
- Hochschulsport αρσ
- Cambridge is a collegiate university
-
collegiate ΕΠΊΘ
- collegiate church
- Stiftskirche θηλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.