Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
infinitive marker ΟΥΣ ΓΛΩΣΣ
marker [βρετ ˈmɑːkə, αμερικ ˈmɑrkər] ΟΥΣ
4. marker (examiner):
infinitive [βρετ ɪnˈfɪnɪtɪv, αμερικ ɪnˈfɪnədɪv] ΟΥΣ ΓΛΩΣΣ
στο λεξικό PONS
marker ΟΥΣ
3. marker (examiner):
I. infinitive [ɪnˈfɪnətɪv, αμερικ -t̬ɪv] ΓΛΩΣΣ ΟΥΣ
II. infinitive [ɪnˈfɪnətɪv, αμερικ -t̬ɪv] ΓΛΩΣΣ ΕΠΊΘ
marker ΟΥΣ
I. infinitive [ɪn·ˈfɪn·ə·t̬ɪv] ΓΛΩΣΣ ΟΥΣ
II. infinitive [ɪn·ˈfɪn·ə·t̬ɪv] ΓΛΩΣΣ ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- infidelity
- infighting
- infill
- infiltrate
- infiltration
- infinitive marker
- infinitude
- infinity
- infinity pool
- infirm
- infirmary