Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
acceleration [βρετ əksɛləˈreɪʃ(ə)n, αμερικ ækˌsɛləˈreɪʃ(ə)n] ΟΥΣ (all contexts)
- acceleration
- accélération θηλ
- acceleration time ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡ
-
στο λεξικό PONS
acceleration [əkˌseləˈreɪʃn] ΟΥΣ no πλ a. ΦΥΣ
- acceleration
- accélération θηλ
acceleration [ək·ˌsel·ə·ˈreɪ·ʃ ə n] ΟΥΣ a. ΦΥΣ
- acceleration
- accélération θηλ
-
- acceleration
-
- acceleration
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- academy
- Academy Award
- Acadia
- Acadian
- açai
- acceleration
- accelerator
- accent
- accented
- accentuate
- accentuation