Ελληνικά » Γερμανικά

συρταριέρα [sirtaˈri̯ɛra] SUBST θηλ

συρτάρι [sirˈtari] SUBST ουδ

συρτοθελιά [sirtɔθɛˈʎa] SUBST θηλ

αληταρία [alitaˈria] SUBST θηλ

φανταρία [fandaˈria] SUBST θηλ

1. φανταρία (σώμα του πεζικού):

Infanterie θηλ

2. φανταρία (ομάδα στρατιωτών):

ψησταριά [psistaˈri̯a] SUBST θηλ

1. ψησταριά (συσκευή):

Grill αρσ

2. ψησταριά (ταβέρνα):

Ουγγαρία [uŋgaˈria] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский