Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πυρηνική“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πυρηνική μάζα
Kernmasse θηλ
πυρηνική σχάση
Kernspaltung θηλ
πυρηνική ισομέρεια
Kernisomerie θηλ
πυρηνική πυκνότητα
Kerndichte θηλ
πυρηνική διάσπαση
Kernspaltung θηλ
πυρηνική δύναμη
Atommacht θηλ
πυρηνική ακτινοβολία
Kernstrahlung θηλ
πυρηνική μεμβράνη ΒΙΟΛ
Kernmembran θηλ
πυρηνική αντίδραση
Kernreaktion θηλ
πυρηνική οικογένεια ΚΟΙΝΩΝΙΟΛ
πυρηνική μπαταρία ΦΥΣ
Kernbatterie θηλ
πυρηνική τεχνολογία
πυρηνική σχάση
Kernspaltung θηλ
πυρηνική ενέργεια
Kernenergie θηλ
πυρηνική βόμβα
Atombombe θηλ
πυρηνική ιατρική
πυρηνική τεχνολογία
πυρηνική φυσική
Kernphysik θηλ
πυρηνική χημεία
Kernchemie θηλ
πυρηνική ιατρική

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский