Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σύρριζα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σύρριζα [ˈsiriza] ΕΠΊΡΡ

1. σύρριζα (ως τη ρίζα):

σύρριζα

2. σύρριζα μτφ (εκ θεμελίων, ριζικά):

σύρριζα

3. σύρριζα (πολύ κοντά):

περνώ σύρριζα σε κάτι

Παραδειγματικές φράσεις με σύρριζα

περνώ σύρριζα σε κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский