Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συρραπτικό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συρραπτικό [siraptiˈkɔ] SUBST ουδ

συρραπτικό
Hefter αρσ
επιτραπέζιο συρραπτικό
Heftmaschine θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με συρραπτικό

επιτραπέζιο συρραπτικό

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский