Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συμπλοκή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συμπλοκή [simblɔˈci] SUBST θηλ

1. συμπλοκή (σύγκρουση):

συμπλοκή
Handgemenge ουδ

2. συμπλοκή (σύνδεση):

συμπλοκή
Verbindung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский