Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προσλαμβάνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προσ|λαμβάνω [prɔzlaɱˈvanɔ], προσ|λαβαίνω [prɔzlaˈvɛnɔ] <-έλαβα, -λήφτηκα> VERB μεταβ

1. προσλαμβάνω (σε εργασία):

προσλαμβάνω

2. προσλαμβάνω (παίρνω: ύφος):

προσλαμβάνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский