Ελληνικά » Γερμανικά

προγυμναστής (προγυμνάστρια) [prɔjimnasˈtis, prɔjimˈnastria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. προγυμναστής (μαθητών):

προγυμναστής (προγυμνάστρια)
Lehrer(in) αρσ (θηλ)

2. προγυμναστής (αθλητών):

προγυμναστής (προγυμνάστρια)
Trainer(in) αρσ (θηλ)

προγύμνασ|η <-εις> [prɔˈjimnasi] SUBST θηλ

1. προγύμναση (προπαρασκευαστικά μαθήματα):

2. προγύμναση (αθλητών):

Training ουδ

παρουσιάστρια [parusiˈastria] SUBST θηλ TV

γυμναστήριο [jimnasˈtiriɔ] SUBST ουδ

προγυμνά|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [prɔjimˈnazɔ] VERB μεταβ

1. προγυμνάζω (για εξετάσεις):

2. προγυμνάζω (αθλητή):

γυμναστής (γυμνάστρια) [jimnasˈtis, jimˈnastria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

εκγυμναστής (εκγυμνάστρια) [ɛkjimnasˈtis, ɛkjimˈnastria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. εκγυμναστής (ανθρώπου):

Trainer(in) αρσ (θηλ)

2. εκγυμναστής (ζώου):

Dresseur(in) αρσ (θηλ)

προδότης [prɔˈðɔtis] SUBST αρσ, προδότρια [prɔˈðɔtria], προδότισσα [prɔˈðɔtisa] SUBST θηλ

προστάτρια [prɔsˈtatria], προστάτισσα [prɔsˈtatisa] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский