Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προγυμνάζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προγυμνά|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [prɔjimˈnazɔ] VERB μεταβ

1. προγυμνάζω (για εξετάσεις):

προγυμνάζω

2. προγυμνάζω (αθλητή):

προγυμνάζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский