Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „παρασύρομαι“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

sich αιτ treiben lassen μτφ
παρασύρομαι
παρασύρομαι (από το ρεύμα)
παρασύρομαι να κάνω κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский