Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ξεθολώνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . ξεθολ|ώνω <-σα, -θηκα, -μένος> [ksɛθɔˈlɔnɔ] VERB μεταβ (κάνω διαυγή)

ξεθολώνω

II . ξεθολ|ώνω <-σα, -θηκα, -μένος> [ksɛθɔˈlɔnɔ] VERB αμετάβ (γίνομαι διαυγής)

ξεθολώνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский