Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ξεκαθαρίζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ξεκαθαρί|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [ksɛkaθaˈrizɔ] VERB μεταβ μτφ

ξεκαθαρίζω

Παραδειγματικές φράσεις με ξεκαθαρίζω

ξεκαθαρίζω μια ασάφεια

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский