Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μισθολογικό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μισθολογικό τιμολόγιο
Lohntarif αρσ
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „μισθολογικό“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

μισθολογικό κλιμάκιο ουδ
μισθολογικό κόστος ουδ κατά τεμάχιο
μη μισθολογικό κόστος ουδ εργασίας

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский