Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κλιμάκιο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κλιμάκιο [kliˈmaciɔ] SUBST ουδ

1. κλιμάκιο (εισοδήματος κτλ):

κλιμάκιο
Stufe θηλ

2. κλιμάκιο ΣΤΡΑΤ:

κλιμάκιο
Staffel θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский