Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κλίμακα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κλίμακα [ˈklimaka] SUBST θηλ

1. κλίμακα (σε θερμόμετρο κτλ):

κλίμακα
Skala θηλ
κλίμακα pH
pH-Skala θηλ
κλίμακα Ρίχτερ
Richterskala θηλ
σεισμός αρσ των 6,7 στην κλίμακα Ρίχτερ
Kelvin-Skala θηλ
κλίμακα απόστασης ΦΩΤΟΓΡ
κλίμακα βάθους πεδίου ΦΩΤΟΓΡ
κλίμακα διαφράγματος ΦΩΤΟΓΡ
Blendenskala θηλ
μισθολογική κλίμακα
Lohnskala θηλ
κλίμακα υψόμετρου
Höhenskala θηλ

2. κλίμακα:

η κοινωνική κλίμακα
die soziale Leiter θηλ

3. κλίμακα (βαθμός):

κλίμακα
Maß ουδ
σε μεγάλη/μικρή κλίμακα

4. κλίμακα (χάρτη):

κλίμακα
Maßstab αρσ

5. κλίμακα ΜΟΥΣ:

κλίμακα
Tonleiter θηλ
μείζων κλίμακα
Durtonleiter θηλ
ελάσσων κλίμακα
Molltonleiter θηλ
διατονική κλίμακα
πεντατονική κλίμακα
χρωματική κλίμακα

Παραδειγματικές φράσεις με κλίμακα

κλίμακα θηλ διαφράγματος
μείζων κλίμακα
μισθολογική κλίμακα
Lohnskala θηλ
κλίμακα pH
pH-Skala θηλ
πεντατονική κλίμακα
κλίμακα Ρίχτερ
κλίμακα απόστασης ΦΩΤΟΓΡ
κλίμακα διαφράγματος ΦΩΤΟΓΡ
κλίμακα υψόμετρου
ελάσσων κλίμακα
διατονική κλίμακα
χρωματική κλίμακα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский