Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „μεμονωμένη“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

μεμονωμένη συμφωνία θηλ
μεμονωμένη ποινή θηλ
μεμονωμένη επένδυση θηλ
μεμονωμένη αγωγή ακύρωσης

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский