Ελληνικά » Γερμανικά

κουφιοκεφαλάκ|ης <-ηδες> [kufçɔcɛfaˈlacis] SUBST αρσ

I . πονοκεφαλιά|ζω <-σα> [pɔnɔcɛfaˈʎazɔ], πονοκεφαλ|ώ [pɔnɔcɛfaˈlɔ] <-άς, -ησα> VERB μεταβ (παραζαλίζω)

II . πονοκεφαλιά|ζω <-σα> [pɔnɔcɛfaˈʎazɔ], πονοκεφαλ|ώ [pɔnɔcɛfaˈlɔ] <-άς, -ησα> VERB αμετάβ

νεκροκεφαλή [nɛkrɔcɛfaˈli] SUBST θηλ

κουφόβρασ|η <-εις> [kuˈfɔvrasi] SUBST θηλ

κουφόπιετα [kuˈfɔpçɛta] SUBST θηλ

μαλλιοκέφαλα [maʎɔˈcɛfala] SUBST ουδ πλ

κακοκεφαλιά [kakɔcɛfaˈʎa] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский