Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πονοκεφαλώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . πονοκεφαλιά|ζω <-σα> [pɔnɔcɛfaˈʎazɔ], πονοκεφαλ|ώ [pɔnɔcɛfaˈlɔ] <-άς, -ησα> VERB μεταβ (παραζαλίζω)

II . πονοκεφαλιά|ζω <-σα> [pɔnɔcɛfaˈʎazɔ], πονοκεφαλ|ώ [pɔnɔcɛfaˈlɔ] <-άς, -ησα> VERB αμετάβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский