Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καπάκι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καπάκι [kaˈpaci] SUBST ουδ

καπάκι
Deckel αρσ
φέρνω κάποιον καπάκι
βιδωτό καπάκι

Παραδειγματικές φράσεις με καπάκι

καπάκι ουδ φακού
βιδωτό καπάκι
Tankdeckel αρσ
τσέπη με καπάκι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский