Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ιδιωτική“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ιδιωτική σφαίρα
Privatsphäre θηλ
ιδιωτική εκπαίδευση
ιδιωτική ασφάλιση
ιδιωτική ετικέτα θηλ ΟΙΚΟΝ
Eigenmarke θηλ
ιδιωτική τράπεζα
Privatbank θηλ
ιδιωτική οικονομία
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „ιδιωτική“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

ιδιωτική αυτονομία θηλ
ιδιωτική πρωτοβουλία θηλ
ιδιωτική ασφάλιση θηλ
ιδιωτική χρηματοδότηση θηλ
ιδιωτική κατανάλωση θηλ
ιδιωτική ζωή θηλ
ιδιωτική τηλεόραση θηλ
Eigenmarke θηλ ΟΙΚΟΝ
ιδιωτική ετικέτα θηλ
ιδιωτική ζωή θηλ
ιδιωτική κλινική θηλ
ιδιωτική ποινή θηλ
ιδιωτική σύνταξη γήρατος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский