Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εφικτός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εφικτ|ός <-ή, -ό> [ɛfikˈtɔs] ΕΠΊΘ

1. εφικτός (στόχος):

εφικτός

2. εφικτός (πραγματοποιήσιμος):

εφικτός
εύκολα εφικτός

Παραδειγματικές φράσεις με εφικτός

εύκολα εφικτός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский