Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εξορκισμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εξορκισμός [ɛksɔrcizˈmɔs] SUBST αρσ (εναντίον κακών πνευμάτων)

εξορκισμός
Exorzismus αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский