Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εκτροχιάζομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εκτροχιά|ζομαι <-στηκα, -σμένος> [ɛktrɔˈçazɔmɛ] VERB αυτοπ ρήμα

1. εκτροχιάζομαι μτφ:

εκτροχιάζομαι (τρένο, τραμ) (με τα λόγια μου)

2. εκτροχιάζομαι μτφ (σε γλέντι):

εκτροχιάζομαι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский