Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βόμβα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βόμβα [ˈvɔɱva] SUBST θηλ

βόμβα
Bombe θηλ
ατομική βόμβα
Atombombe θηλ
Brandbombe θηλ
Rauchbombe θηλ
βόμβα νετρονίων
Briefbombe θηλ
βόμβα υδρογόνου
Zeitbombe θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με βόμβα

βόμβα θηλ νετρονίων
Rauchbombe θηλ
ατομική βόμβα
Atombombe θηλ
Brandbombe θηλ
Rauchbombe θηλ
Briefbombe θηλ
Zeitbombe θηλ
πυρηνική βόμβα
Atombombe θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский