Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αποπερατώνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αποπερατώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [apɔpɛraˈtɔnɔ] VERB μεταβ

1. αποπερατώνω (σπουδές, ομιλία):

αποπερατώνω

2. αποπερατώνω (έργο τέχνης):

αποπερατώνω

Παραδειγματικές φράσεις με αποπερατώνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский