Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αναρίθμητος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναρίθμητ|ος <-η, -ο> [anaˈriθmitɔs] ΕΠΊΘ

1. αναρίθμητος (που δε μετριέται):

αναρίθμητος

2. αναρίθμητος μτφ (πολύς):

αναρίθμητος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский