Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άναρθρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άναρθρ|ος <-η, -ο> [ˈanarθrɔs] ΕΠΊΘ

1. άναρθρος (φωνή, ομιλία):

άναρθρος

2. άναρθρος ΓΛΩΣΣ (χωρίς άρθρο):

άναρθρος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский