Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αναπαρασταίνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναπαρ|ασταίνω [anaparasˈtɛnɔ], αναπαρ|ιστάνω [anaparisˈtanɔ] <-άστησα, -αστάθηκα> VERB μεταβ

1. αναπαρασταίνω (έγκλημα):

αναπαρασταίνω

2. αναπαρασταίνω (δείχνω, απεικονίζω):

αναπαρασταίνω

3. αναπαρασταίνω (μιμούμαι):

αναπαρασταίνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский