Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άδωρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άδωρ|ος <-η, -ο> [ˈaðɔrɔs] ΕΠΊΘ

δώρο(ν) ουδ άδωρο(ν)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский