Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: per , perfide , Perlit και perlen

per [pɛr] PREP +αιτ

perlen [ˈpɛrlən] VERB αμετάβ

1. perlen (von Tau, Schweiß):

2. perlen (von Sekt, Wein):

Perlit <-(e)s, -e> [pɛrˈliːt] SUBST αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский