Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: null , quoll και Nuklid

quoll [kvɔl]

quoll απλ παρελθ von quellen

Βλέπε και: quellen

quellen <quillt, quoll, gequollen> [ˈkvɛlən] VERB αμετάβ +sein

1. quellen (hervordringen):

2. quellen (anschwellen):

Nuklid <-(e)s, -e> [nuˈkliːt] SUBST ουδ ΦΥΣ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский