Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: mahnen και mahlen

mahlen <mahlt, mahlte, gemahlen> [ˈmaːlən] VERB μεταβ

2. mahlen (Kaffee):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский