Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Guru , Peru , echt και Ecu

Ecu, ECU <-(s), -(s)> SUBST αρσ

Ecu Abk von συντομογραφία: European Currency Unit

Ecu
ECU ουδ

II . echt [ɛçt] ΕΠΊΡΡ οικ (wirklich)

Peru <-s> [peˈruː] SUBST ουδ ενικ

Guru <-s, -s> [ˈguːru] SUBST αρσ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Zum Smoking trägt man ein Herrenoberhemd in weiß oder leicht ecru.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "ecru" σε άλλες γλώσσες

"ecru" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский