Γερμανικά » Γαλλικά

ecru

ecru → ekrü

Βλέπε και: ekrü

ekrü [eˈkryː] ΕΠΊΘ

ekrü [eˈkryː] ΕΠΊΘ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Zum Smoking trägt man ein Herrenoberhemd in weiß oder leicht ecru.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "ecru" σε άλλες γλώσσες

"ecru" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina