Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Revue , bequem και bevor

Revue <-, -n> [rəˈvyː] SUBST θηλ ΘΈΑΤ

bequem [bəˈkveːm] ΕΠΊΘ

2. bequem (träge):

bevor [bəˈfoːɐ] ΣΎΝΔ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский