Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επιθεώρηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επιθεώρησ|η <-εις> [ɛpiθɛˈɔrisi] SUBST θηλ

1. επιθεώρηση (εγκαταστάσεων κτλ, υπηρεσία):

επιθεώρηση
Inspektion θηλ
κάνω επιθεώρηση

2. επιθεώρηση ΘΈΑΤ:

επιθεώρηση
Revue θηλ

3. επιθεώρηση (περιοδικό):

επιθεώρηση
Magazin ουδ
ιατρική επιθεώρηση

Παραδειγματικές φράσεις με επιθεώρηση

επιθεώρηση θηλ ζημιών ΝΟΜ
κάνω επιθεώρηση
ιατρική επιθεώρηση
κτηνιατρική επιθεώρηση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский