Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: milchig και mich

I . mich [mɪç] ΠΡΟΣΩΠ ΑΝΤΩΝ

mich αιτ von ich

II . mich [mɪç] ΑΥΤΟΠ ΑΝΤΩΝ αιτ, 1. πρόσ ενικ

Βλέπε και: ich

milchig [ˈmɪlçɪç] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский