Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Strolch , solch , lustlos , Lustmord και lustfeindlich

Lustmord <-(e)s, -e> SUBST αρσ

lustlos ΕΠΊΘ

solch [zɔlç] ΔΕΙΚΤ ΑΝΤΩΝ αμετάβλ

Strolch <-(e)s, -e> [ʃtrɔlç] SUBST αρσ

1. Strolch (Gauner):

αλήτης αρσ

2. Strolch (Kind):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"Lustmolch" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский