Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „werksärztlich“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

I . werksärztlich ΕΠΊΘ

II . werksärztlich ΕΠΊΡΡ

werksärztlich untersuchen

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Der von ihm veranlasste Werksärztliche Dienst war ein Pionier in der Erforschung von Berufskrankheiten.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"werksärztlich" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina