Γερμανικά » Γαλλικά

Μεταφράσεις για „währschaft“ στο λεξικό Γερμανικά » Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά » Γερμανικά)

währschaft [ˈvɛːɐʃaft] ΕΠΊΘ CH

1. währschaft (gediegen):

währschaft Material, Ware
währschaft Arbeit
bien fait(e)
c'est de la camelote οικ

2. währschaft (tüchtig):

währschaft Essen
währschaft Geschäftsmann

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "währschaft" σε άλλες γλώσσες

"währschaft" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina